Η Ιφιγένεια εν Ταύροις είναι τραγωδία του Ευριπίδη, συνέχεια της Ιφιγένειας εν Αυλίδι, που διδάχθηκε ωστόσο πριν από αυτή (414-413 π.Χ.). Πραγματεύεται το προσφιλές στην ελληνική αρχαιότητα θέμα της σωτηρίας δύο ανθρώπων που τους συνδέουν συγγενικοί δεσμοί, υπό αντίξοες συνθήκες.
Υπόθεση
Η Ιφιγένεια εν Ταύροις είναι τραγωδία του Ευριπίδη, συνέχεια
της Ιφιγένειας εν Αυλίδι,
που διδάχθηκε ωστόσο πριν από αυτή (414-413 π.Χ.). Πραγματεύεται το προσφιλές
στην ελληνική αρχαιότητα θέμα της σωτηρίας δύο ανθρώπων που τους συνδέουν
συγγενικοί δεσμοί, υπό αντίξοες συνθήκες.
Στο ναό της Άρτεμης στην Ταυρίδα γίνονται
ανθρωποθυσίες ειδικά θυσιάζουν στη θεά τους Έλληνες που συλλαμβάνουν στη χώρα
και η Ιφιγένεια [που δεν θυσιάστηκε αλλά η θεά την μετέφερε στη χώρα των Ταύρων], ως ιέρεια, κάνει τον εξαγνισμό των θυμάτων πριν τη σφαγή.
Η Ιφιγένεια έχει δει κακό όνειρο τη νύχτα, ότι πέθανε
στο Άργος ο αδελφός της Ορέστης και έχει βγει τώρα το πρωί στον αέρα και στο
φως να το διηγηθεί και έτσι να το ακυρώσει.
Φτάνει στο μεταξύ ο Ορέστης με τον Πυλάδη και κατά το
χρησμό και την εντολή του Φοίβου πρέπει να
πάρει από το ναό το άγαλμα της θεάς και να το φέρει στην Αθήνα· έτσι θα
λυτρωθεί από τη μανία των Ερινύων που τον
κυνηγάνε σαν μητροκτόνο. Αλλά οι δύο ήρωες συλλαμβάνονται από βαρβάρους ως
ιερόσυλοι, που σύμφωνα με δικούς τους νόμους και καθώς ο βασιλιάς της
Ταυρίδας, Θόας, μισούσε τους ξένους και
τους Έλληνες, έπρεπε να θυσιαστούν. Προτού λοιπόν θανατωθούν ως θυσία προς τη
Θεά Αρτέμιδα, οδηγούνται για εξαγνισμό, στο ναό της Θεάς, από την ιέρεια του
ναού. Όμως ιέρεια του Ναού της Θεάς τυγχάνει να είναι η αδελφή του Ορέστη
η Ιφιγένεια με την
οποία αναγνωρίζονται. Έτσι με τέχνασμα αυτής οι ήρωες και μαζί τους η Ιφιγένεια
καταφέρνουν με την βοήθεια της Θεάς Αθηνάς να αποδράσουν
αποκομίζοντας και το ιερό ξόανο της Θεάς.
Προτέρημα
Ο θρήνος της Ιφιγένειας με την αναφορά του στη
σχέση Ύβρις- Άτη της γενιάς της και με την παραφορά
για την προσωπική της τύχη και την ένταση που προκαλεί το όνειρο σε συνδυασμό
και με του χορού τη σύμπραξη είναι από τα πιο λυρικά και ωραιότερα μέρη της
τραγωδίας ή ακόμα και άλλων τραγωδιών. (στροφές 205-235 και 392-465)
Αναδημοσίευση από https://el.wikipedia.org
Ευριπίδη, "Ιφιγένεια εν Ταύροις", Μετάφραση Τάσος Ρούσσος,
εκδ. Κάκτος, 1992
Αποσπάσμα στιχ.: 205-235
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ
Κακότυχή ’ταν η ζωή μου
απ’ την αρχή, από τη νύχτα εκείνη
που ξάπλωσε η μητέρα μου
στου γάμου το κρεβάτι .
απ’ την αρχή της γέννας οι θεές,
οι Μοίρες, έπλεξαν για μένα
νιότη σκληρή, αρραβωνιαστικιά
να γίνω των Ελλήνων .
πρωτότοκο λουλούδι
με γέννησε μες στους θαλάμους
της Λήδας η δυστυχισμένη κόρη,
μ’ ανάθρεψε, σφαχτάρι
ταγμένο απ’ του γονιού μου
την άστοχη βουλή, να γίνω
θυσία λυπητερή .
και μ’ έφεραν πάνω στ’ αμάξι
στ’ αμμουδερά ακρογιάλια της Αυλίδας
νύφη, κακόνυφη, αχ!
στο γιο της κόρης του Νηρέα*.
Τώρα στου πόντου του αφιλόξενου
τ’ άδεντρα σπίτια κατοικώ
μια ξένη, δίχως άντρα, δίχως
παιδιά, πατρίδα, φίλους .
δεν τραγουδώ την Ήρα την Αργίτισσα,
και στους γλυκόηχους αργαλειούς
με τη σαΐτα δεν υφαίνω
της Αθηνάς και των Τιτάνων* την εικόνα .
τώρα ματώνω τους βωμούς
με την αιματοράντιστη θυσία
των ξένων, που πικρά μοιρολογούνε
κι αναστενάζουνε πικρά.
Μα τώρα, λησμονώντας όλα ετούτα,
Θρηνώ το σκοτωμένο μου αδερφό
στο Άργος, που τον άφησα
μωρό βυζασταρούδι, βρέφος
ακόμη, τρυφερό βλαστάρι ακόμη,
στον κόρφο και στης μάνας του τα χέρια,
αυτόν που θα βασίλευε μια μέρα
μες στους Αργείους, τον Ορέστη.
*Ο Νηρέας, θαλασσινός θεός, ήταν πατέρας της Θέτιδας, μητέρας του Αχιλλέα.
Κόρες του ήταν οι πενήντα Νηρηίδες.
*Οι Τιτάνες ήταν ονομασία των έξι αρσενικών παιδιών του Ουρανού και της
Γαίας.
στιχ.: 392-465
ΧΟΡΟΣ
Γαλάζιο, βαθυγάλαζο
των πελαγίσιων σμίξιμο νερών,
που μια φορά από τα’ Άργος ο οίστρος
πάνω απ’ το κύμα τ’ αφιλόξενο
φτεροκοπώντας, την Ιώ*
πέρασε απ’ την Ευρώπη στην Ασία.
Ποιοι να ‘ναι τάχα αυτοί που αφήσαν
τα δροσερά νερά και τα καλάμια
τα πράσινα του Ευρώτα ή τις σεμνές
νεροσυρμές της Δίρκης*
κι έφτασαν, ήρθαν, στην αζύγωτη
τη χώρα, που του Δία η κόρη
μουσκεύει τους περίστυλους ναούς
και τους βωμούς μ’ ανθρώπινο αίμα;
Μήπως με τα κουπιά τα ελάτινα,
που αχούσαν με πλατάγιασμα διπλό,
ταξίδεψαν θαλασσοπόροι,
με τα λινά πανιά του καραβιού
να τα φουσκώνουν οι ανέμοι
σπρωγμένοι από μια δίψα πλούτου,
για να συνάξουν αγαθά στα σπίτια τους;
Είναι γλυκιά η ελπίδα στους θνητούς,
όμως αχόρταγη και φέρνει συμφορές,
γιατί γυρεύοντας μεγάλα πλούτη,
στα πέλαγα πλανιούνται, χώρες
διαβαίνουνε βαρβάρων, κυνηγώντας
όλοι την ίδια ιδέα .
ο πόθος για τον πλούτο
σ’ άλλους είναι παράφορος και σ’ άλλους
μέσα στο μέτρο.
Πώς διάβηκαν τις Συμπληγάδες,
πώς του Φινέα* τις ακτές τις
άυπνες,
κοντά στ’ ακρόγιαλο αρμενίζοντας
της Αμφιτρίτης*, όπου τραγουδώντας
χορεύουν οι πενήντα Νηρηίδες
κυκλόσυρτους χορούς;
Ή με τους άνεμους που τα πανιά
φουσκώνουν και στην πρύμνα
σφυρίζει το τιμόνι απ’ το νοτιά
ή τις πνοές του Ζέφυρου, καθώς
αντιπερνούσανε τη χώρα
με τους ολόλευκους γιαλούς*,
το πλήθος τα πουλιά και το καλόστρωτο
στάδιο του Αχιλλέα, πέρα
στον αφιλόξενο τον πόντο;
Μακάρι να το φέρει η τύχη
κι απ’ τις κυράς μας τις ευχές
εδώ να ’ρχόταν η Ελένη, η ακριβή
της Λήδας η κόρη, αφήνοντας την Τροία
κι αφού ραντίσει τα μαλλιά της
για θάνατο η κυρά μας μ’ αγιασμό,
με χέρι φονικό ν τη σκοτώσει,
πληρώνοντάς την έτσι
μ’ αντάξιαν εκδίκηση. Όμως θ’ άκουγα
πασίχαρη το μήνυμα πως ήρθε
κάποιος ταξιδευτής απ’ την Ελλάδα
να με λυτρώσει τη δυστυχισμένη
απ’ τις σκλαβιάς τα βάσανα.
Αχ! και να γίνονταν μες στ’ όνειρό μου,
σπίτι μου να βρισκόμουν στην πατρίδα
γλυκό να χαίρομαι ύπνο,
την πιο τρανή ευτυχία του κόσμου.
Μα να τα, ζυγώνουν τα δυο παλικάρια
με χέρια δεμένα, καινούριο σφαχτάρι
της θεάς μας . σωπαίνετε,
φίλες.
Γιατί φτάνουν κοντά στο ναό
της Ελλάδας βλαστοί διαλεχτοί
για θυσία . δεν
έφερε ψεύτικο
μαντάτο ο βοσκός.
*Η Ιώ είναι κόρη του βασιλιά του Άργους Ινάχου. Όταν ο Δίας την
ερωτεύτηκε, η Ήρα τη μεταμόρφωσε σε δαμάλα και έστειλε εναντίον της οίστρο
(αλογόμυγα) . κυνηγημένη
η Ιώ περιπλανήθηκε σε πολλά μέρη της γης. Διέσχισε τον πορθμό που χωρίζει την
Ευρώπη από την Ασία, ο οποίος από τότε ονομάστηκε Βόσπορος (βους πόρος)
*Πηγή της Θήβας.
*Βασιλιάς της θρακικής Σαλμηδησσού.
*Η Αμφιτρίτη είναι η βασίλισσα της θάλασσας, που περιβάλλει τον κόσμο,
μία από τις κόρες του Νηρέα και της Δωρίδας. Αυτή οδηγεί τον χορό των Νηρηίδων.
Παντρεύτηκε τον Ποσειδώνα και είχε δίπλα στον θεό της θάλασσας τον ίδιο ρόλο
που είχε η Ήρα δίπλα στον Δία και η Περσεφόνη δίπλα στον θεό του Κάτω Κόσμου.
*Έτσι αποκαλεί ο ποιητής νησί που τοποθετείται στις εκβολές του Δούναβη.
Υπόθεση
Προτέρημα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου