Μάριο Βάργκας Λιόσα, Η πόλη και τα σκυλιά
Μετάφραση: Αγγελική Αλεξοπούλου
Εκδόσεις Καστανιώτη, 2009
Ο συγγραφέας
γεννήθηκε το 1936,στο Περού, ενώ οι
γονείς του είχαν ήδη χωρίσει. Μεγάλωσε πιστεύοντας ότι είναι ορφανός και τον
πατέρα του τον γνώρισε στα 10 του χρόνια.(Στο βιβλίο του υπάρχει προβληματική
σχέση πατέρα –γιου στον Ρικάρντο και τον
Αλμέρτο, που φοβούνται τον πατέρα τους, ενώ ο Τζαγκουάρο δεν έχει πατέρα).
Παντρεύτηκε
2 φορές, την πρώτη στα 19 του, με την
νύφη του θείου του, Χούλια ( εξ ου και το βιβλίο του Η θεία Χούλια και ο γραφιάς) και τη δεύτερη , με ξαδέλφη του, με
την οποία απέκτησε 3 παιδιά, ενώ σπούδασε Νομικά και Λογοτεχνία.
Τιμήθηκε για
το έργο του με το βραβείο Νόμπελ.
Το 1965
κυκλοφόρησε το «Πράσινο σπίτι», που σάρωσε όλα τα γνωστά βραβεία, ενώ
καταπληκτικό θεωρείται και το βιβλίο του «Η γιορτή του τράγου».
Επηρρεάστηκε
από τον Φώκνερ, τον Καμύ, τον Φλωμπέρ και τον Μαρκές, με τον οποίο όμως έφτασαν
να πιαστούν στα χέρια, κατά τη διάρκεια ενός καυγά τους.
Πολιτικά
μεταπήδησε από την αριστερά έως την κεντροδεξιά.
Η «Πόλη και
τα σκυλιά» δημοσιεύτηκε το 1963,στην Ισπανία, χαρίζοντάς του παγκόσμια φήμη.
Είναι ένα βιβλίο γεμάτο με σκληρές και
τραυματικές εμπειρίες από την θητεία του Λιόσα στο στρατιωτικό κολέγιο της
Λίμα, Λεόνσιο Πράδο, ενώ οι υπεύθυνοι της σχολής, μετά την κυκλοφορία
του , θίχτηκαν πολύ βαριά και έριξαν στην πυρά 1.000
αντίτυπά του , ενώ ανακήρυξαν τον Λιόσα «εχθρό της πατρίδας».
Η γραφή του
είναι ποιητική, γεμάτη με συγκλονιστικές περιγραφές της ζωής στη σχολή, όπου
κυριαρχούν ανάμεσα στους δόκιμους της σχολής, που τους ονομάζει «σκυλιά», ο
νόμος της ζούγκλας, τα καψόνια, η χλεύη του δυνατού προς τον ασθενέστερο, η
καταπίεση, η αλλοτρίωση.
Δεν είναι
τυχαία και τα παρατσούκλια των ηρώων: ο ασθενής Σκλάβος, το εξιλαστήριο θύμα, ο
σκληρός αρχηγός της ομάδας, Τζαγκουάρο,
ο αγαθός γίγαντας- τσιράκι του αρχηγού, Βόας και τέλος ο ευαίσθητος Ποιητής.
Βλέπουμε να κυριαρχούν κανόνες, που έχουν τεθεί από τους προγενέστερους
δόκιμους, σε χαρακτήρες αλλοτριωμένους ηθικά, κανόνες που επιτρέπουν τη βία,
που μπορεί να φτάνει μέχρι το έγκλημα, σε μία κατάσταση όπου όλα επιτρέπονται,
φτάνει να μην απειλείται η ευστάθεια της κυρίαρχης ιδεολογίας.
Το
αποκορύφωμα και το ξέσπασμα έρχεται, όταν ο Ποιητής, μετανιωμένος και γεμάτος
τύψεις για την σκάρτη συμπεριφορά του στον φίλο του Ρικάρντο-Σκλάβο, αποφασίζει
να μιλήσει για τη δολοφονία του και έρχεται αντιμέτωπος με την μανία της
εκδίκησης της αγέλης, που νιώθει ότι προδόθηκε και ότι «πουλήθηκε» ο αρχηγός
της Τζαγκουάρο.
Από την
άλλη, στην Πόλη, οι γονείς εμφανίζονται απαιτητικοί και εγωιστές, τα κορίτσια
αναξιόπιστα και ελαφρά.
Ο μόνος
ηθικά ακέραιος εμφανίζεται ο υπολοχαγός Γκαμπόα, που προχωράει την υπόθεση της
καταγγελίας του Ποιητή ως το τέλος, με κίνδυνο της καριέρας του, δεχόμενος
απειλές από τους ανωτέρους του, που ενοχλούνται από την αποκάλυψη του οχετού,
που τόσα χρόνια υποθάλπουν και καλύπτουν
και που στο τέλος καταφέρνουν να την μισοσκεπάσουν, με τις λιγότερες δυνατές
απώλειες.
Με ενόχλησε
η αρχή του βιβλίου, που με μπέρδευε με τα χρονικά μπρος-πίσω της αφήγησης και
επίσης μπερδεύτηκα με την Τερέζα, με την οποία εμφανίζεται να είναι ερωτευμένος
ο Αλμπέρτο, ενώ εμφανίζεται Τερέζα (η ίδια?) και για τον Τζαγκουάρο.
Επιπλέον δεν
θα ήθελα το happy end που
μας δείχνει μετά από χρόνια τον Τζαγκουάρο τραπεζικό και τον Αλμπέρτο μηχανικό
στις Η.Π.Α., χωρίς να τους έχει επηρεάσει σε τίποτα όλο αυτό που έζησαν
(πιθανόν όμως, αυτό να ήθελε να δείξει και ο Λιόσα!).
Τέλος, να
επισημάνω, τις ομοιότητες, που παρουσιάζει η ιστορία με τον θάνατο του δικού
μας Βαγγέλη Γιακουμάκη, μετά τη συνεχή καταπίεση, που έζησε στη σχολή του, από τους «μάγκες» συμφοιτητές του.
Νίκος Ματενίδης
Πρώτη επαφή με το Περού ήταν με
τον Ζακ Υβ Κουστό, στα δεκαοκτώ μου.
Σε αυτήν την λίμνη στα 4000 μέτρα υψόμετρο, ψηλά στις Άνδεις, ανάμεσα Βολιβίας και Περού. Με τους Ινδιάνους κατοίκους να πίνουν πίτσκο και να μασάν μονίμως κόλα. Σε αυτήν την επαφή με τον Λιόσα, όμως, γνώρισα όλον τον κοινωνικό καμβά που απλώνει στα μάτια μου ο συγγραφέας. Τον παλμό των νέων, από το πώς αγαπούν έως και το πώς μισούν. Τα πολλά κοινά στοιχεία, με αυτόν τον μακρινό πολιτισμό.
Μέσα από ρομαντικές στιγμές που θαρρείς είναι γραμμένες από τον Εδμόνδο Ροστάν και συμβαίνουν στον κρασότοπο του Μπερζεράκ.
Σε αυτήν την λίμνη στα 4000 μέτρα υψόμετρο, ψηλά στις Άνδεις, ανάμεσα Βολιβίας και Περού. Με τους Ινδιάνους κατοίκους να πίνουν πίτσκο και να μασάν μονίμως κόλα. Σε αυτήν την επαφή με τον Λιόσα, όμως, γνώρισα όλον τον κοινωνικό καμβά που απλώνει στα μάτια μου ο συγγραφέας. Τον παλμό των νέων, από το πώς αγαπούν έως και το πώς μισούν. Τα πολλά κοινά στοιχεία, με αυτόν τον μακρινό πολιτισμό.
Μέσα από ρομαντικές στιγμές που θαρρείς είναι γραμμένες από τον Εδμόνδο Ροστάν και συμβαίνουν στον κρασότοπο του Μπερζεράκ.
Ακολουθεί τους νόμους του Φρόυδ,
που διέπουν την ορμέφυτη τάση του ανθρώπου. Αυτόματα έκανα σύγκριση με το κοινό
θέμα που τίναξε στα ευπώλητα τον Σάλιντζερ, ενώ τον Περουβιανό χρειάστηκε να
περάσουν χρόνια για να τον γνωρίσουμε. Και μόνο η περιγραφή της πρώτης
επίσκεψης στην εκδιδόμενη γυναίκα αλλά και το θεματικό εύρημα να βάζει έναν
"παρία" να μας "διδάσκει ηθική " στο τέλος, κάνουν τον
αναγνώστη να βάζει τον Λιόσα, στους προς ανάγνωση όλου του έργου του.
Κλεοπάτρα Τσάκουρη
Ένα βιβλίο που ο περουβιανός συγγραφέας Λιόσα δείχνει όλο το μίσος και όλη την αγάπη σε βαθμό πάνω απ' το όριο και γι' αυτό ακριβώς το λόγο οι συγκρούσεις και οι ανατροπές που συμβαίνουν είναι μεγάλες και απρόβλεπτες.
Σε μια στρατιωτική σχολή που σκοπό της έχει να γίνουν τα δεκαπεντάχρονα παιδιά σκληροί άντρες, ανθεκτικοί, για την ακρίβεια στις κακουχίες, στις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν αργότερα, όταν θα βγουν στον στίβο της ζωής.
Όμως η ζωή δεν πρέπει να είναι ανελέητος στίβος και ακόμη περισσότερο σκληρό ρινγκ όπου οι αντίπαλοι αντιμετωπίζουν ο ένας τον άλλο χωρίς σεβασμό, και μόνο σκέφτονται την εξόντωση του, και τη δική τους επικράτηση, τη δική τους νίκη. Μια κλοπή θεμάτων Χημείας από τον Ινδιάνο της σχολής, ένας ανεκπλήρωτος έρωτας, από τον ήσυχο, παρεξηγημένο και αποδιωγμένο από τους άλλους Ανεράδα, σπουδαστή της σχολής που τον φωνάζουν κοροϊδευτικά “Σκλάβο”, οποίος κάνει μια απεγνωσμένη πράξη, καταγγέλλει επώνυμα τον Ινδιάνο ως κλέφτη των θεμάτων, για να μπορέσει να πάρει άδεια να δει την κοπέλα του, και ο θάνατος του που προκαλείται από τον Τσαμπουκά της σχολής, τον Τζάγκουαρ, ως δικαίωση της αποβολής του Ινδιάνου από την σχολή, δημιουργούν τις παράλληλες ιστορίες των ηρώων του μυθιστορήματος, που ο καθένας, βγαίνοντας από την σχολή θα τραβήξει τον δικό του δρόμο.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός της απόκρυψης της πραγματικής αιτίας θανάτου του σπουδαστή από τον Συνταγματάρχη, ακόμη και μετά την δήλωση της πράξης από τον ένοχο σπουδαστή. Αποφασίζει να μη το κοινοποιήσει, και φεύγει από τη Σχολή με μετάθεση.
Όλα αυτά μπορούν να συμβούν σε οποιαδήποτε στρατιωτική σχολή, σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου, και αυτό σε προβληματίζει, σε βάζει σε σκέψεις.
Ως προς αυτό άγγιξε τον αναγνώστη και είχε την αναγνώριση
του.
Αρχοντούλα Διαβάτη
Η ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΥΛΙΑ, που
εκδόθηκε στη Μαδρίτη το 1963, είναι το πρώτο πολυμεταφρασμένο μυθιστόρημα του
νεαρού Περουβιανού, βραβευμένου το 2010 και με Νόμπελ, του Μάριο Βάργκας Λιόσα,
κοντά στα ογδόντα σήμερα. Ένα βιβλίο που γίνεται πάλι επίκαιρο σήμερα, για το
άγριο μπούλιγκ που είναι εδώ θεσμός, μια και πρόκειται για τα βιώματα και τις
εμπειρίες του ίδιου του συγγραφέα από τη
μέση στρατιωτική σχολή ΛΕΟΝΤΣΙΟ ΠΡΑΔΟ της ΛΙΜΑ, ενός αυταρχικού, διεφθαρμένου
στρατοκρατικού ιεραρχικού καθεστώτος, όπου οι νεαροί ευέλπιδες έχουν σταλεί
εσωτερικοί για να γίνουν άντρες. Εδώ όμως οι ήρωες του βιβλίου, οι δόκιμοι,
διδάσκονται τη δουλοπρέπεια, ντρεσάρονται σαν σκυλιά, μέχρι να ενταχθούν στην
κοινωνία, στην πόλη. Παρόμοια παροιμιώδη αυστηρότητα είχαν να μαρτυρήσουν και
οι δόκιμοι της ΣΕΑΠ, στο Ηράκλειο Κρήτης, που ελπίζω σήμερα να έχει αλλάξει. Ο
μικρός μου γιος το 2002 έκανε εκεί την εκπαίδευσή του ως δόκιμος, και είχε ήδη
αλλάξει από τότε που ο Βασίλης Βασιλικός έγραφε την αυτοβιογραφική του νουβέλα ΤΟ
ΑΓΓΕΛΙΑΣΜΑ για τις εκεί συνθήκες.
Εδώ ο «Ποιητής», ο « Σκλάβος», ο Τζάγκουαρ, παρατσούκλια νεαρών εφήβων που έχουν μοιραστεί ρόλους θύτη και εξιλαστήριου θύματος μέσα στο θάλαμο, εγκλωβισμένοι, όπου καπνίζουν, παίζουν πόκερ, ή κάνουν διαρρήξεις -αγοράζουν τα θέματα των εξετάσεων- έχουν βάλει τους δικούς τους όρους για τη συντροφικότητα, έχουν κάνει τον «κύκλο» με κανόνα τη βία, μέχρι τη στιγμή που ένα έγκλημα και ένας έρωτας τα ανατρέπουν όλα. Τότε ο «Ποιητής» καταγγέλλει ένα έγκλημα, ζητάει δικαιοσύνη,. Τότε φαίνεται η αδιαφορία και ο κομφορμισμός, η τυπολατρία των κρατούντων. Αρκεί να μη γκρεμιστεί το οικοδόμημα της κυρίαρχης ιδεολογίας, να κουκουλωθεί το έγκλημα, να συνεχιστεί η ζωή.
Με ενδιαφέρουσες αφηγηματικές
τεχνικές : αλλαγή οπτικής γωνίας, χρονικά άλματα, και πρωτοπρόσωπη αφήγηση
εναλλάξ με τριτοπρόσωπη, το βιβλίο, ένα γερά δομημένο μυθιστόρημα-καταγγελία,
αξίζει να διαβαστεί παρ' όλες τις αντιπαθητικές εμφανίσεις του συγγραφέα που
έχει μεταστραφεί από μια προσωπικότητα κοντινή με τα επαναστατικά του γραφτά σε
έναν δεξιό αριβίστα που κατά καιρούς εμφανίζεται ως τιμητής και κατά της
δημοκρατίας και της Ελλάδος πρόσφατα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου