95ο βιβλίο
4-10-2016
Χριστιάνα Βέλλου
Το μοναδικό βιβλίο
του Ταγκόρ που είχα διαβάσει ήταν η ποιητική συλλογή «Λυρικά/Κηπουρός», πριν
από πολλά χρόνια, όπου με γοήτευσε η ιδιαίτερη γραφή του και η ευαισθησία του.
Το ίδιο με γοήτευσε τώρα και το
μυθιστόρημα. Βαθειά αλληγορικό βιβλίο περιγράφει την πολιτική και κοινωνική
κατάσταση της Ινδίας στις αρχές του 20ου αιώνα, με μια γλώσσα άκρως λυρική,
γεμάτη συμβολισμούς και μεταφορές.
Μέσα από 3 διαφορετικούς χαρακτήρες ο
συγγραφέας μας δίνει μια εικόνα της χώρας του, την πάλη της παράδοσης με τον
εκσυγχρονισμό, τον ρόλο της γυναίκας μέσα στο σπίτι και στην κοινωνία, την
έξαρση του εθνικισμού ενάντια στον διεθνισμό και ουμανισμό.
Η Μπιμάλα προσπαθεί να βρει την ταυτότητα
της σαν γυναίκα μέσα στο χάος του εθνικιστικού κινήματος, ο Νίκιλ προσπαθεί να
κρατήσει τις αρχές με τις οποίες μεγάλωσε, ονειροπόλος, ευγενής,
καλλιεργημένος, ήπιων τόνων gentleman και ο Σαντίπ στον αντίποδα του Νίκιλ
συμπληρώνοντας το ερωτικό τρίγωνο, ριζοσπάστης, παρορμητικός, εθνικιστής, ο
κύριος «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».
Νομίζω πως είναι ένα βιβλίο βαθειά
πολιτικό και συνάμα φιλοσοφικό, που μόνο για την γλώσσα που χρησιμοποιεί ο
Ταγκόρ αξίζει να διαβαστεί.
Και ένας στοίχος από την ποιητική συλλογή Σκόρπια πουλιά:
«Καλότυχος είναι εκείνος που η λάμψη της φήμης του δεν έρχεται να σκεπάσει την
αλήθεια του».
Βιολέττα Παπαδοπούλου
Βιβλίο με πολλές φιλοσοφικές αναφορές,
ασχολείται με την πάλη του καλού και του δίκαιου, του μεγαλόψυχου, της καλής
προαίρεσης και του ανοιχτού μυαλού, που εκπροσωπούνται από τον μαχαραγιά Νίκιλ
και του κακού και της απληστίας, της ψευτιάς, της ματαιοδοξίας, της δίψας για
εξουσία, της απατεωνιάς, που κρύβονται πίσω από ωραία και μεγάλα λόγια, από
σοφιστείες και ψευτοφιλοσοφίες, που εκπροσωπούνται από το Σαντίπ.
Και ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους, η
γυναίκα του Νίκιλ, η Μπιμάλα, το μήλον της έριδος, η θεά και η καταστροφή, η
γυναίκα που μεταμορφώνεται από σύζυγο πιστή και αφοσιωμένη, κλεισμένη στο
σπιτικό της, σε διεκδικήτρια του έρωτα, της δύναμης, της εξουσίας και της
εξωστρέφειας.
Όταν όμως ξυπνάει από την πλάνη της,
βλέπει το αληθινό πρόσωπο του καθενός, μετανοεί, αλλά είναι πια αργά.
Πολύ ωραίες οι σκέψεις και ο λόγος του,
μας μεταφέρει την κατάσταση στην Ινδία την περίοδο του κινήματος του Σουαντέσι,
μας δείχνει πόσες αυθαιρεσίες έγιναν στο όνομα της αυτονομίας της Ινδίας καθώς
και το πολιτισμικό επίπεδο που διαμόρφωνε τις σχέσεις των μελών της
κοινωνίας. Πολύ ενδιαφέροντα όσα μαθαίνουμε για την ινδική κουλτούρα και
θρησκεία, τα έθιμά τους, τις κάστες και ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τη ζωή
ζώντας σε αυτές καθώς και την μετεμψύχωση σε επόμενες ζωές.
Λίγο κουράστηκα όμως με τις επαναλήψεις
και δεν μπόρεσα να καταλάβω την θέση του συγγραφέα για την γυναίκα της εποχής
του και το πραγματικό της στίγμα στην κοινωνία. Όταν απελευθερώνεται, χάνεται
και η απελευθέρωση γίνεται οπωσδήποτε με την απώλεια της λογικής;
Ντίνα Παπαδοπούλου
Στα Μπενγκάλι ο τίτλος είναι «At home and outside». Το βιβλίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1916 στα
Μπενγκάλι και το 1919 μεταφράστηκε από τον ανιψιό του Ταγκόρ, Σουρεντρανάθ Ταγκόρ, στα αγγλικά.
Είναι μια μάχη με τον εαυτό του, μια μάχη μεταξύ των απόψεών του για τη Δυτική
κουλτούρα και την εναντίωσή της. Αυτό εκπροσωπείται από τους δύο
χαρακτήρες τον Νίκιλ και τον Σαντίπ. Ο Νίκιλ που λειτουργεί με τη λογική και
εναντιώνεται σε κάθε μορφή βίας, και ο Σαντίπ που δεν αφήνει τίποτε να σταθεί
εμπόδιο στον δρόμο του προκειμένου να πετύχει τον στόχο του.
Το μυθιστόρημα εξελίσσεται στις
αρχές του 20ου αιώνα. Όλα ξεκίνησαν όταν ο Λόρδος Curzon αποφάσισε να χωρίσει τους ινδουιστές
από τους μουσουλμάνους σε
διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές. Ένα βασικό θέμα που τίθεται είναι αυτό του
εθνικισμού που εκδηλώνεται με διάφορες ενέργειες. Ο Σαντίπ είναι ο αρχηγός του εθνικιστικού κινήματος Σβαντέσι. Γνωρίζει πως όλο αυτό μπορεί
να τελειώσει πολύ άσχημα, όμως πιστεύει πως η ελευθερία πρέπει να αποκτηθεί με
κάθε κόστος. Χρησιμοποιεί τα θρησκευτικά κείμενα από τη Bhagavarad Gita, για
να υποστηρίξει τις ιδέες του, τον εθνικισμό του, όπως γίνεται πάντα, από τις
σταυροφορίες μέχρι τους τζιχαντιστές, τον ISIS.
Η Bhagavarad Gita, που γράφηκε μεταξύ 500 π.Χ.
και 200 π.Χ., προτείνει μια ηθική δράσης και κατέχει μοναδική θέση στη
μεταφυσική, τη θρησκεία και την ηθική των Ινδών. Ένα άλλο θέμα είναι οι
διαφορετικές απόψεις της αλήθειας. Ο Νίκιλ είναι ιδεολόγος, ενώ ο Σαντίπ ριζοσπάστης, που θεωρεί πως
οι απόψεις του Νίκιλ είναι κατώτερες της πραγματικότητας όπου ζει αυτός ως
ηγέτης. Η Μπιμάλα πρέπει να συγκρίνει τις αλήθειες. Ο Σαντίπ την εισάγει στην
αλήθεια της Σανκτι (θηλυκή δύναμη) ενώ η ζωή της με τον Νίκιλ είναι
επικεντρωμένη στα συζυγικά καθήκοντα. Ο Νίκιλ είναι ένας αφοσιωμένος σύζυγος
που την αγαπά και προσπαθεί να την μυήσει σε διαφορετικές-δυτικές συνήθειες.
Προσπαθεί ακόμα να της δώσει γνώσεις και να την κάνει να συνειδητοποιήσει, να
καταλάβει, τη θέση της στον κόσμο και όχι μόνο στο σπίτι. Εκείνη όμως όσο περνά
ο καιρός βρίσκει στον Σαντίπ αυτά που λείπουν από τον Νίκιλ, την μεγάλη
φιλοδοξία και την βίαιη υπεράσπιση της ιδεολογίας, που τελικά όμως θα την
κάνουν να συνειδητοποιήσει την αγάπη της για τον Νίκιλ. Η ιστορία εκτός των άλλων, δοκιμάζει και τις
αντοχές των δεσμών του γάμου. Κάποια πράγματα που μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση
είναι η σημασία που δίνουν στην εξωτερική εμφάνιση, «η ομορφιά είναι δόξα» λέει
κάπου. Ακόμα το θέμα της κάστας το βρίσκω
απαράδεκτο καθώς και πολλά από όσα λέει ο
Σαντίπ, π.χ. πως η απληστία είναι κάτι φυσιολογικό. Θα ήθελα πολλά ακόμα να πω
αλλά μένω σε μια φράση του μυθιστορήματος «Ο άνθρωπος είναι πολύ μεγαλύτερος
από τα πράγματα που χάνει στην ζωή».
Κατερίνα
Τσίχλα
Το λογοτέχνημα «Το σπίτι και ο κήπος» του
Ραμπιντανάθ Ταγκόρ, είναι ταυτόχρονα ποίηση, ιστορία και μελέτη πάνω στις αρχές
ψυχολογίας των ανθρώπινων σχέσεων καθώς και τις πλευρές εξουσίας που τα άτομα
αγαπούν να ασκούν. Γραμμένο με φόντο την Βεγγάλη των αρχών του 20ου αιώνα και κύριο σημείο ανατροπής των
βεβαιοτήτων, το κίνημα κατά το οποίο επαναστατημένοι Ινδοί μποϊκοτάρουν τα ξένα
προϊόντα και στηρίζουν την ινδική παραγωγή, έχει ορίζοντα πολύ πέρα από την
πολιτική και τον εθνικισμό. Ορίζει τα παιχνίδια που παίζουν οι άνθρωποι σε
ατομικό επίπεδο, χρησιμοποιώντας τα γνωστά εργαλεία του έρωτα και της
κυριαρχίας. Καθώς το βιβλίο αναπτύσσεται τον λόγο παίρνουν εναλλασσόμενα οι
τρεις πρωταγωνιστές και μας προχωρούν ο καθένας από το δικό του οπτικό κόσμο
στην εξέλιξη της ιστορίας.
Η Μπιμάλα, αρχικά ευγνώμων με την τύχη
της, σύζυγος ευγενική και παραδοσιακή στο ρόλο της, κεντά ένα προφίλ ζωής που
αποδίδεται με ακρίβεια στην φράση της « η αφοσίωση στον σύντροφο ανυψώνει το
επίπεδο της συνάντησης» .Η ανατροπή της κοσμοθεωρίας της έρχεται με την άφιξη
ανδρός δυναμικού, παθιασμένου με την εξουσία και την επανάσταση. Η ταπεινή
Μπιμάλα, σαγηνεύεται από τον δυναμισμό του και αναγνωρίζοντας την δύναμη που
και η ίδια του ασκεί, μετατρέπεται από ευτυχής σε ανήσυχη, παθιασμένη, τολμηρή.
Σπάει κάθε προσωπικό και κοινωνικό όριο φτάνοντας μέχρι τα άκρα της, βιώνοντας
την φλόγα του πάθους και της επανάστασης απέναντι στα έως τώρα δεδομένα της. Η
ανάγκη της για αλλαγή, ετεροπροσδιορισμένα αποκτημένη, την βρίσκει
απροετοίμαστη και αλλάζει το σύμπαν της.
Ο Νίκιλ, γόνος οικογένειας ευγενών και
ευγενής σύζυγος, κρατά τον ρόλο της σταθερότητας σε όλο το κείμενο.
Ανθρωπιστής, ενδιαφερόμενος για την πνευματική παράδοση, τη γυναικεία
χειραφέτηση, τους ανθρώπους πάνω από τα έθνη, την ευγένεια ψυχής πάνω από το χρήμα,
την αγάπη για τη σύντροφο του πάνω από το εγώ του.
Ο Σαντίπ εγωιστής, έξυπνος, «εξωραΐζει τα
εγωιστικά του πάθη με μεγαλόστομες ονομασίες». «Η αγάπη του για τη χώρα είναι
μια διαφορετική μορφή της εγωιστικής και γεμάτης απληστίας αγάπης για τον εαυτό
του» (σελ.39). Αποφασίζει να χρωματίσει τον αγώνα του για την κατάκτηση μιας
ανατρεπτικής για τη χώρα του ιδέας με την κατάκτηση μιας γυναίκας. Κάτι που θα
φούσκωνε τα πανιά της ούτως ή άλλως πλεονεξίας του. Η επανάσταση που ξεκινά δεν
μας πείθει ότι είναι στόχος. Μοιάζει αυτοσκοπός. «Κάτι σαν αστραπόβροντο για να
στηρίξει την περηφάνια του και όχι για να φωτίσει τον δρόμο του».
Απαραίτητη θεωρώ την μνεία στην εξαιρετική
μετάφραση. Το λεκτικό «Ορθή μπροστά στο χάσμα του απροσμέτρητου κι ωστόσο όχι
απρόσμενου» της σελίδας 87 με έκανε να θαυμάσω την απίστευτη δυνατότητα
ισοδύναμου με αυτό που καταλαβαίνω να εννοεί και ο συγγραφέας.
Η φράση που θα κρατήσω μαζί μου όταν το
βιβλίο θα είναι μακριά μου, είναι αυτή της σελ.18. «Όμως ο ήλιος ανατέλλει και
το σκοτάδι διαλύεται. Μια στιγμή είναι αρκετή για να μηδενιστεί μια απέραντη
απόσταση».
Αντιγόνη Παπαδάκη
Το βιβλίο του Ινδού συγγραφέα Ταγκόρ
(βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 1913) «Το σπίτι και ο κόσμος» πρωτοεκδόθηκε το 1915
και η υπόθεση του διαδραματίζεται στη Βεγγάζη, στις αρχές του 20ου αιώνα,
όπου έχουν ξεσπάσει σοβαρές ταραχές. Συμμετέχοντας ο συγγραφέας στον αγώνα του
ινδικού λαού για την ανεξαρτησία του μέσω των πρωταγωνιστών του βιβλίου του
κριτικάρει το κίνημα Σουαντέσι που υπήρξε πρόδρομο κίνημα του μεγάλου κινήματος
του Γκάντι.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα με τρεις
αφηγητές πρωταγωνιστές, τρεις πρωτοπρόσωπες και μερικές φορές αυτοαναφορικές
φωνές, όπου ο καθένας με τη σειρά του παρουσιάζει το δικό του όραμα για τον
κόσμο, τρεις αφηγητές που διασταυρώνονται, συνδιαλέγονται, σε μια ιστορία
αγάπης όπου συγκρούεται η παράδοση με την νεωτερικότητα. Κατά πρώτον ο Νίκιλ,
ένας πλούσιος μαχαραγιάς, με φιλελεύθερες ιδέες, ανοιχτός στον δυτικό κόσμο,
του οποίου εκτιμά τις πνευματικές αξίες. Ο Νίκιλ θα ζήσει την αποδόμηση του
κόσμου του, την εγκατάλειψη από τη γυναίκα του, που τόσο αγάπησε, και τη βία
και τις εντάσεις στην περιοχή του. Η Μπιμάλα προέρχεται από οικογένεια ταπεινής
καταγωγής, παντρεύεται τον Νίκιλ και εντάσσεται σε μια ινδουιστική οικογένεια
πολύ παραδοσιακή, που ακολουθεί, εντούτοις, την μουσουλμανική παράδοση που
θέλει τις γυναίκες να ζουν κλεισμένες στην Ζενάνα. Όμως, όλα αλλάζουν όταν στο
προσκήνιο εμφανίζεται ο φίλος του Νίκιλ, ο Σαντίπ. Χωρίς να μετακινηθεί η
Μπιμάλα πολύ μακριά, έχει με τον Σαντίπ ένα είδος επαφής με τον εξωτερικό
κόσμο. Γοητεύεται από τον αρρενωπό και παθιασμένο άνδρα, τον θαυμάζει,
επιδοκιμάζει τις εξτρεμιστικές αναζητήσεις του και φτάνεις στο σημείο να
προδώσει τον άντρα της.
Τώρα, όσο για τον Σαντίπ, τον φίλο από το
πανεπιστήμιο του Νίκιλ, πρόκειται για έναν αριβίστα, ασυνείδητο, για τον οποίο
«ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Είναι ένας κόλακας που προσπαθεί με κάθε κόπο να
πιάσει στα δίχτυα του την αφελή Μπιλάλα. Προκαλεί ταραχές, αδιαφορεί για τις
συνέπειες, χρησιμοποιώντας τα χαρίσματά του, την ευγλωττία του και την επιρροή
που ασκεί στους ανθρώπους. Εμφανίζεται ως αρχηγός του κινήματος Σουαντέσι, που
υποστηρίζει το μποϋκοτάζ των ευρωπαϊκών προϊόντων. Η χαμηλή τιμή αυτών των
προϊόντων εμπόδιζε την ανάπτυξη των βιοτεχνικών ινδικών προϊόντων (την ιδέα
αυτή θα την υιοθετήσει αργότερα και ο Μαχάτμα Γκάντι). Όμως παρ’ όλα αυτά ο
Σαντίπ ενδιαφέρεται περισσότερο για την εξουσία, τα χρήματα και τις γυναίκες
απ’ ότι για την απελευθέρωση του ινδικού λαού και την ειρήνη ανάμεσα στις
ινδουιστικές και τις μουσουλμανικές κοινότητες.
Αντιλαμβάνεται κανείς ότι ο Ταγκόρ θέλησε
να δώσει το πορτρέτο τριών τύπων ανθρώπων και δύο οράματα δύο αντιτιθέμενων
κόσμων: το ένα όραμα να στηρίζεται στη βία και στην αρπαγή της εξουσίας και το
άλλο, αντίθετα, να στηρίζεται στη μη χρήση βίας και στη μη χειραγώγηση των
άλλων ανθρώπων.
Ένα από τα χαρακτηριστικά του Ταγκόρ στο
μυθιστόρημα αυτό είναι η χρήση προσεγμένων μεταφορών, σύμφωνα με την παράδοση
που προέρχεται από την αρχαία σανσκριτική λογοτεχνία. Επίσης, μια άλλη
ιδιαιτερότητα αυτού του μυθιστορήματος είναι οι πολλές παραπομπές στην κλασσική
ινδική λογοτεχνία (βλέπε Κρίσνα-Φλάουτο).
Το
ύφος του Ταγκόρ είναι υπέροχο. Μας νανουρίζει με την μελωδία του και τη
γλυκύτητά του, αν και όλη η αφήγηση είναι μαύρη και καταλήγει στη βία και το
θάνατο. Η λογική δεν μπορεί να νικήσει τη βία και την όρεξη ορισμένων για
κυριαρχία.
Κλεοπάτρα Τσάκουρη
Μυθιστόρημα που σε κερδίζει απόν τις
πρώτες σελίδες του, με την ομορφιά της γραφής του, με τα νοήματά του, με τις
ιδέες και σκέψεις του.
Οι βασικοί του ήρωες είναι τρεις: ο Νίκιλ,
ο οικοδεσπότης, πλούσιος άρχοντας στη Βεγγάλη των Ινδιών, η Μπιμάλα, η γυναίκα
του, ο Σαντίπ, παλιός φίλος του αφέντη Νίκιλ, και φιλοξενούμενός του, ο οποίος
είναι ο αρχηγός του πατριωτικού κινήματος Σουαντέσι. Με τον λόγο του και
το δυναμικό του χαρακτήρα κατορθώνει να προσελκύσει το ενδιαφέρον της Μπιμάλα,
να τον ερωτευτεί να θυσιάσει τα πάντα γι αυτόν: συζυγική πίστη, οικογενειακή
τιμή, χρήματα, χρυσαφικά. Να γίνει, τελικά, υποχείριό της γοητείας του.
Ο σύζυγος δέχεται αγόγγυστα την
εγκατάλειψη από τη γυναίκα του, μέσα στο ίδιο του το σπίτι, καταλαβαίνοντας την
ανάγκη της να αφοσιωθεί σε ανώτερα ιδανικά, όπως την ελευθερία της πατρίδας της
από τα ξένα συμφέροντα, και αυτήν την ευκαιρία της τη δίνει ο Σαντίπ. Άκουγε με
θαυμασμό όταν της έλεγε: «Οι άνδρες μόνο να σκέπτονται μπορούν. Εσείς οι
γυναίκες έχετε ένα δικό σας τρόπο να καταλαβαίνετε χωρίς να σκέπτεστε. Η
γυναίκα γεννήθηκε από το κέφι του Θεού. Τον άνδρα τον δούλεψε ο Θεός με το
σφυρί για να τον φτιάξει». Η ιστορία τελειώνει τραγικά, με τον τραυματισμό ίσως
θανάσιμο του οικοδεσπότη Νίκιλ, το θάνατο του νεαρού Αμούλνα, οπαδού του
Σπαντίπ, που στην πορεία απογοητεύτηκε, τον μίσησε, έγινε εχθρός του. Ο Σαντίπ
μετανοιωμένος φεύγει για την Καλκούτα. Η Μπιμάλα βλέπει τα όνειρά της να
διαλύονται, την ψυχή της να σκορπίζεται, το μυαλό της να σκοτεινιάζει, να
φτάνει στην απόγνωση, να σκέφτεται ακόμη και την αυτοκτονία. Όλα τελειώνουν
χωρίς τη δικαίωση κανενός ήρωα της ιστορίας, χωρίς κανένας να βρει το δρόμο που
λαχταρούσε.