Ρούλα Γεωργακοπούλου, "Δέντρα, πολλά δέντρα"
Εκδόσεις Πόλις, 2018
130ο βιβλίο
20/6/2018
Πρόταση της Αντιγόνης Κούγια-Παπαδάκη
Βιολέττα Παπαδοπούλου
Το πρώτο
αυτοαναφορικό μυθιστόρημα της
Γεωργακοπούλου είναι ένα βιβλίο τρυφερό
και συνάμα, κάποιες στιγμές, ειρωνικό ή σκληρό, με υπόγειο χιούμορ, που αναφέρεται στην αγάπη για την οικογένεια, τη
σχέση με τη μητέρα και πώς μεταλλάσσεται
με την πάροδο του χρόνου και στις σχέσεις ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας.
Πώς η κόρη
βλέπει σαν θεά τη μητέρα στα πρώτα και στα νεανικά της χρόνια, τι νιώθει για
τον πατέρα και τις αδερφές και πώς, με τα χρόνια και την αρρώστια της μάνας,
χρειάζεται η κόρη να συμπεριφερθεί πλέον σαν μαμά της μαμάς της.
Η απώλεια
των βασικών χαρακτηριστικών των γονέων, με την άνοια περιγράφεται βασανιστική,
δίνοντας όμως στη συγγραφέα την ευκαιρία να γνωρίσει και να αγαπήσει και μια
άλλη γλώσσα επικοινωνίας, που αναπτύσσεται με την πάσχουσα από Αλτσχάιμερ
μητέρα.
Σε συνομιλία
της, στον ραδιοφωνικό σταθμό 9.84 του Δήμου Αθήνας, με την Κάλλια Παπαδάκη, η
Γεωργακοπούλου ανέφερε πως η γλώσσα καθορίζει τον άνθρωπο και ότι πάντα την
ενδιέφερε ο τρόπος που μιλούν οι άνθρωποι, όχι τόσο σε επίπεδο λαθών, όσο στο
νόημα που δίνουν σε αυτά που εκφράζουν, κάτι που πραγματεύεται σε όλο το βιβλίο.
Πολύ
συγκινητικό το τελευταίο κομμάτι, με τον αποχαιρετισμό στη μητέρα, με έναν
τρόπο εντελώς δικό της, μια γλώσσα ανάμεσα στη μάνα και την κόρη, που δείχνει
όλη την τρυφερότητα και την ποιότητα της σχέσης τους.
Κατερίνα Τσίχλα
Φιλιά, πολλά φιλιά είναι η ακριβής μετάφραση στη γλώσσα των
γραμμικών μυαλών, η φράση δέντρα, πολλά δέντρα.
Η συγγραφέας–κόρη, το πιο έξυπνο παιδί του κόσμου, μαζεύει
τα ρευστά λόγια της μάνας στο στυπόχαρτο, για να μη γλιστρήσουν στη λήθη,
για να γίνει πιο υποφερτό το πένθος. Σκόρπιες αναμνήσεις, χωρίς την
αυστηρή γραμμικότητα μιας εξιστόρησης, περισσότερο μια αναπνοή
συναισθημάτων. Οι συνειρμοί γλιστράνε ελεύθεροι. Συλλογή στιγμών, σχεδιαστικές
μονοκονδυλιές παρελθόντος. Μια μικροχάραξη στο χαρτί, περισσότερο σαν παιδικό
σχέδιο, που δίνει εύκολα όλα τα χρειαζούμενα. Η κόρη αναλαμβάνει ρόλο
βοηθού σε ηλικία βρέφους, παίρνει τα πρωτοτόκια λίγο μετά την γέννηση της.
Διακριτική κόρη, διακριτική μάνα. Και τα δύο μέχρι παρεξηγήσεως. Ευθύνες και
αθωότητες λίγο ανάμεικτες. Χρεώσεις και κατηγόριες πουθενά. Δεν περιγράφει στο
ρόλο ένα σούπερ είδωλο, μια μητέρα πρότυπο, ένα θαύμα μοντεσσοριανής αγωγής.
Μιλά απλά και μοντέρνα συγκινητικά για μια γυναίκα χαριτωμένα
διαφορετική, μάλλον πάντα νέα και πάντα παραπάνω κόρη από ότι μάνα, που η
μαγεία του πράγματος την έκανε να είναι έξω από κανόνες, μοναδικά
μοναδική.
Ιχνηλατεί τα πρώτα βήματα της αρρώστιας που προκύπτει
σχεδόν φυσικά, και αυτή ακόμα διακριτικά. Υιοθετεί τη μητέρα, αναβάλλοντας την
πραγματικότητα και αναλαμβάνοντας τη δέσμευση να δώσει εκείνη την εντολή του θανάτου, την άδεια του θανάτου. Το ύφος άμεσο, αθωώνει τα λάθη από άγνοια,
εξυψώνει τη λατρεία από συνείδηση. Η άνοια μετατρέπεται τρυφερά από τρομακτική
αρρώστια σε φαντασμαγορία και ευκαιρία που γλυτώνει τον τυχερό
από τον τρόμο για τον θάνατο που έρχεται. Με τέτοια γλυκύτητα, με τέτοια
βρώσιμη νοστιμιά, με τέτοια εθιστική ευφορία. Το βιβλίο περιέχει τόσο αγάπη,
ασύμβατη και χειροπιαστή για τη θέση στην καρδιά που έχει η οικόσιτη
ευτυχία, σχεδόν σαν δώρο που δίνεται με τη διανομή του.
Έτσι, και όχι αλλιώς θα έπρεπε να ΄ναι ο κόσμος. Και η
πίτα ολάκερη και ο σκύλος χορτάτος.