30 Ιανουαρίου 2015

63 Βιβλίο - Μο Γιαν: "Οι μπαλάντες του σκόρδου" (4ος χρόνος)

Μο Γιαν,
Οι μπαλάντες του σκόδρου
μετάφραση:Μιχάλης Μακρόπουλος 
Εκδόσεις: Καστανιώτη, 2006
14-1-2015
Βιβλίο 63
Πρόταση της Ανθής Καραμανλή



Βιολέττα Παπαδοπούλου
Ένα βιβλίο, για το οποίο τιμήθηκε με Νόμπελ ο Κινέζος συγγραφέας του Μο Γιάν, ο οποίος ζει μόνιμα στην Κίνα.
Το βιβλίο προσπαθεί να αποτυπώσει τις απάνθρωπες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην Κίνα της δεκαετίας του 1980, οι χωρικοί και οι φτωχοί κάτοικοί της, οι οποίοι ζουν σε ένα κλίμα ενός συνεχούς φόβου και μιας συνεχούς τρομοκρατίας.
Οι περιγραφές της κινέζικης φύσης γλαφυρότατες, δείχνουν την αγάπη του συγγραφέα για τη γη του.
Οι δύο πρωταγωνιστές Γκάο Μα και Γκάο Γιάνγκ,καθώς και η Τζίντζου, υποφέρουν τα πάνδεινα, υπερασπιζόμενοι τις αρχές τους.
Δεν έχω διαβάσει άλλο βιβλίο κινέζου συγγραφέα, και από τις ιστορικές αναφορές για την εν λόγω περίοδο, μάλλον η κατάσταση για τους αγρότες ή για τους πολίτες που δεν κατείχαν θέσεις εξουσίας, είναι περίπου αυτή που περιγράφεται από τον Μο Γιαν.΄Η ένστασή μου είναι στην υπερπροσπάθειά του να μας πείσει για όλα αυτά, μέσα από τις συνεχείς αναφορές στην απάνθρωπη βία, στο αίμα, στα ούρα, στις ψείρες, στη βρώμα, στη δυσωδία και σε οτιδήποτε θα μπορούσε να μας κάνει να αηδιάσουμε και να φρίξουμε. Θα ήθελα  η αφήγηση να αναφερόταν πολύ λιγότερο σε όλες αυτές τις καταστάσεις, χωρίς να εκβιάζει τα άσχημα συμπεράσματά μας για τις συνθήκες που επικρατούσαν στην κομμουνιστική Κίνα. ΄Ετσι κι αλλιώς η πένα του έχει τη δύναμη να το πετύχει και με πολύ λιγότερες παρόμοιες αναφορές.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η βία πλανάται όχι μόνο στις σχέσεις εξουσίας-λαού, αλλά και ανάμεσα στην οικογένεια, με σχέσεις που τις χαρακτηρίζει και συμπεριφορές που τις υποκινεί το προσωπικό συμφέρον (σχέσεις πατέρα, μητέρας  και αδελφών της Τζίντζου).

Δεν ξέρω πραγματικά αν έχουν αλλάξει οι συνθήκες ζωής στη σημερινή Κίνα, με την επίσης τεράστια εκμετάλλευση του ανθρώπινου εργατικού δυναμικού της, χωρίς κανόνες και δικαιώματα και με την συνεχή καταστροφή του φυσικού της περιβάλλοντος από τις πολυεθνικές που την έχουν κατακλύσει.

κινέζικη έκδοση του μυθιστορήματος,
πηγή: http://book.douban.com

Αντιγόνη Παπαδάκη
Τίτλος του βιβλίου «οι μπαλάντες του σκόρδου». Συγγραφέας ο κινέζος Γκουάν Μογιέ, με το ψευδώνυμο  Μο Γιαν. Αν και το ψευδώνυμο Μο Γιαν σημαίνει «αυτός που δεν μιλάει», εντούτοις σ’αυτό το μυθιστόρημα του ο συγγραφέας καταγγέλλει πολλά, καθώς επιχειρεί να μας δώσει ένα κατάμαυρο και σκληρό πορτραίτο της κινέζικης κοινωνίας και ενώ η πλοκή εξελίσσεται στο πρόσφατο παρελθόν, στη δεκαετία του ’80, έχει κανείς την εντύπωση ότι όλα συμβαίνουν σε πολύ μακρινές εποχές.
Διοίκηση διεφθαρμένη, καταπιεστική και βίαιη, φυλακές και φάρμες βρωμερές, χωρικοί πεινασμένοι, μιζέρια, γάμοι που γίνονται με τη βία.
Ο  Γκάο Μα, ένας απένταρος νεαρός χωρικός, είναι ερωτευμένος με την Τζίντζου, που δυστυχώς  οι δικοί της την έχουν τάξει σε κάποιον άλλο, για λόγους βασικά οικονομικούς. Ξυλοφορτώνεται από την οικογένεια της αγαπημένης του, αλλά , σκληρός όπως είναι , κατορθώνει να την κλέψει. Το νεαρό ζευγάρι φεύγει, αλλά δυστυχώς η συνέχεια των γεγονότων είναι ολέθρια γι’αυτούς. Η έκβαση της ιστορίας είναι τραγική.
Παράλληλα όμως με την ερωτική ιστορία, ο Μο Γιαν μας διηγείται και την εξέγερση των χωρικών που είναι απόρροια των άθλιων συνθηκών της ζωής  στην απομακρυσμένη επαρχία του «παράδεισου» όπου δεν ζουν παρά μόνο από την πώληση των σκόρδων και συνθλίβονται από τους φόρους της διοίκησης. Βέβαια πρόκειται για μια εξέγερση που καταστέλλεται με τον πιο απεχθή τρόπο.
Το βιβλίο είναι σκληρό, βίαιο σε τέτοιο σημείο που μερικές φορές αισθάνεται κανείς ότι ενοχλείται. Ο αναγνώστης πράγματι  βυθίζεται στην πιο εξωφρενική φτώχεια. Τα αίσχη της ανθρώπινης ύπαρξης μαυρίζουν τον ορίζοντα. Όσο για την αγάπη; Είναι μια πολυτέλεια που οι φτωχοί δεν μπορούν να την προσφέρουν στον εαυτό τους.
Η ιστορία είναι συναρπαστική, αλλά το στυλ βαρύ , πολύ φορτωμένο. Όμως  είναι  ένα βιβλίο που σου επιτρέπει να γνωρίσεις το κρυμμένο πρόσωπο της Κίνας. Και στο σημείο αυτό αναρωτιέται κανείς πως ο συγγραφέας κατάφερε να περάσει από τα νήματα της λογοκρισίας τόσο ωμές, αιματηρές και σπαραχτικές  σκηνές. Στις 400 περίπου σελίδες του βιβλίου , δύο ή τρεις δίνουν λίγη ελπίδα. Οι υπόλοιπες είναι πιο μαύρες κι από μαύρες.

Έκανα  μεγάλη προσπάθεια για να φτάσω στο τέλος.-

Άννα Παντζή
Πρόκειται για ένα σκληρό έργο που εκτυλίσσεται στην αγροτική Κίνα στη δεκαετία του '80 μετά την πολιτιστική επανάσταση.Ο συγγραφέας θίγει αριστοτεχνικά την ασημαντότητα τής ανθρώπινης ζωής μπρος στην ασυδοσία της κρατικής μηχανής ,καθώς και την ιδιαιτερότητα της κινέζικης ψυχοσύνθεσης στο θέμα της εξουσίας. Η διήγηση μπρος-πίσω δεμένοι με τις μπαλάντες του τυφλού ποιητή που θυμίζει  αρχαίο Έλληνα ραψωδό, να διηγείται τους αγώνες και τα πάθη των σκορδο-καλλιεργητών, μια φωνή της αντίστασης που δεν φιμώνεται παρά μόνο με τον  θάνατο του. Δυνατόέργο άλλοτε λυρικό και άλλοτε  αφάνταστα σκληρό,όμως   σίγουρα πολύ ενδιαφέρον.

ο συγγραφέας Μο Γιάν, πηγή: www.nzz.ch

Ντίνα Παπαδοπούλου-Ευαγγέλου
Ο Μο Γιάν, που σημαίνει «μη μιλάς» και είναι ψευδώνυμο του Κουάν Μογιέ, γεννήθηκε και μεγάλωσε σε αγροτική οικογένεια την συγκεκριμένη δεκαετία, που εξελίσσεται το μυθιστόρημα, έτσι πολλά από όσα γράφει είναι μάλλον προσωπικά βιώματα.
Το βιβλίο του είναι γεμάτο αντιθέσεις, συγχρόνως λυρικό αλλά και πολύ σκληρό. Μας δίνει ειδυλιακές εικόνες της φύσης και ζωγραφίζει την ομορφιά της κάνοντάς σε συμμέτοχο σ’αυτήν. Από την άλλη παρουσιάζει σκληρές σκηνές της ζωής των ανθρώπων  φτιαγμένες από χώμα, γεμάτες από οσμές και εκκρίσεις του σώματος. Κόσμος τραχύς, βίαιος, φαύλος, η κοινωνία αποσυντίθεται αργά σαν το σκόρδο που σαπίζει. Αναρωτήθηκα μάλιστα αν επίτηδες διάλεξε το σκόρδο για να αναδείξει την αποσύνθεση της κοινωνίας της εποχής.
Δύο ήρωες ξεχωρίζουν, ο Γκάο Γιάνγκ και ο Γκάο Μα. Ένα ανθρωπάκι ο πρώτος, έτοιμος να κάνει ότι του πουν προκειμένου να γλυτώσει, έτοιμος να υποκύψει στις εντολές της εξουσίας, ακόμα και να πιει τα ούρα του. Ήρωας και ασυμβίβαστος ο Γκάο Μα, διεκδικεί το το δίκιο του στον έρωτά του για την Τζιντζου, με τραγικό τέλος, αλλά και πρωτοστατεί στην εξέγερση των αγροτών στην κομητεία του Παραδείσου, που μόνο παραδεισένια δεν είναι. Δεν διστάζει να πει στον αστυνομικό: "Δεν μισώ τον σοσιαλισμό αλλά εσένα. Για σένα ο σοσιαλισμός είναι απλή ετικέτα, ενώ για εμένα είναι κοινωνική δομή, κάτι στέρεο, όχι αφηρημένο. Ενσαρκώνεται στη δημόσια κατοχή των μέσων παραγωγής και σ’ένα σύστημα κατανομής. Ατυχώς επίσης ενσαρκώνεται σε διεφθαρμένους αξιωματούχους σαν ελλόγου σου".
Μου αρέσει η ύπαρξη του τυφλού τροβαδούρου Τσανγκ Κου, μου θυμίζει λίγο την ύπαρξη του χορού στις αρχαίες τραγωδίες. Η κατάληξή του βέβαια είναι αυτή των ανθρώπων που προσπαθούν ν’αφυπνίσουν τον λαό, ένα κουφάρι  στη λάσπη σε μια πάροδο. Μου έφερε στη μνήμη ένα ποίημα του Ανέστη Ευαγγέλου από την Αφαίμαξη 66-70, Η εξήγηση, γραμμένο την εποχή της χούντας.
Να γιατί κυνηγούν τους ποιητές-παιδιά της νύχτας
παράνομα, προκλητικά-
γιατί τους στέλνουν στα νησιά,
τους κάνουν πλύση εγκεφάλου,
και όταν πιά κουραστούν-γιατί ως γνωστόν
οι ποιητές είναι αγύριστα κεφάλια-
τους εκτελούν.

Το βιβλίο με συγκίνησε με τον άμεσο τρόπο γραφής του και συμφωνώ με μια φράση ομιλίας τού συγγραφέα στη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου της Φρανκφούρτης το 2009: "Ένας συγγραφέας οφείλει ν’ασκεί κριτική στην σκοτεινή πλευρά της κοινωνίας και στην ασχήμια της ανθρώπινης φύσης".

Χριστιάνα Βέλλου
Μου πήρε πολλές σελίδες για να μπώ στο κλίμα του βιβλίου. Το μόνο που έχω διαβάσει απο κινεζική λογοτεχνία είναι οι ¨Αγριόκυκνοι ¨ της Γιούνγκ Τσάνγκ.

Το βιβλίο δεν το κρύβω με σοκάρισε και με γέμισε θλίψη, ίσως και κάποια αποστροφή για μια χώρα που την φανταζόμουν αλλιώς λόγω της ιστορίας της. Ακόμη αναρωτιέμαι αν μπορεί να συνέβαιναν στην πραγματικότητα όσα διάβασα σχεδόν 30 χρόνια πριν. Τόσο ωμή βία και τόση διαφθορά στον κινεζικό κομμουνισμό;   Κι αυτός ο ένδοξος λαός παρουσιάζεται τόσο παρακμιακός, σε αποσύνθεση όπως το σκόρδο που απούλητο σαπίζει στις αποθήκες τους!!!!

Κάπου διάβασα ότι η γραφή του Μο Γιάν θυμίζει Φόκνερ και Μαρκές  χρησιμοποιώντας ενα μείγμα φαντασίας και πραγματικότητας με ιστορική και κοινωνική προοπτική.

Δεν είδα πουθενά μαγικό ρεαλισμό, γράφει ωραία και ιδιαίτερα, με εντυπωσιακές περιγραφές της κινεζικής αγροτικής κοινωνίας, με επιδεξιότητα οι αναφορές του στο παρελθόν, στους χαρακτήρες του βιβλίου, γενικά μια αφήγηση νατουραλιστική αλλά συγχρόνως πολύ γκροτέσκο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης και το δίπολο οικογενειακές παραδόσεις δεισιδαιμονίες και αυστηροί κομματικοί κανόνες και στη μέση οι άνθρωποι, φτωχοί, αδύναμοι που παλεύουν για την επιβίωσής τους.

Τελικά αναρωτιέμαι, ο Μο Γιάν έγραψε πολιτικό μυθιστόρημα; Είναι οι ίδιος αντικαθεστωτικός; Και πόσο; Η επιτυχία του βιβλίου οφείλεται στο ότι δημιουργεί στον αναγνώστη έντονα συναισθήματα, όπως οίκτο, αποτροπιασμό συμπάθεια;

Μένω στην μπαλάντα του τυφλού Τζάγκ Κου στη σελίδα 324:

´Ολοι λένε πως οι ντόπιοι ηγέτες μας εκλέγονται απο τις μάζες.
Αλλά γιατί σπαταλούν αυτοί οι υπηρέτες του λαού τα λεφτά
των ¨ αφεντάδων¨ τους;
Εμείς οι απλοί άνθρωποι χύνουμε αίμα σαν υποζύγια,
Για να τεμπελιάζουνε  και να χοντραίνουν οι διεφθαρμένοι και
άπληστοι αξιωματούχοι! ¨

Κλεοπάτρα Τσάκουρη
Ο Μο Γιάν ο κινέζος συγγραφέας στο μυθιστόρημα του οι μπαλάντες του σκόρδου, μας δείχνει με τον δικό του καταγγελτικό τρόπο την ζωή σ' ένα μικρό χωρίο της κινεζικής περιφέρειας.

Οι άνθρωποι φτωχοί αγρότες αγωνίζονται να επιβιώσουν καλλιεργώντας σκόρδο σύμφωνα με τις οδηγίες της πολιτείας.
Οι κανόνες είναι σκληροί, η γραφειοκρατία μεγάλη. Βλέπουμε τις σκληρές αποφάσεις λίγων κρατικών λειτουργών πάνω στα πιο σημαντικά  σημεία του ανθρώπου, τον έρωτα και το θάνατο.
Οι τιμωρίες που επιβάλλονται στους ανθρώπους οι οποίοι δεν συμφωνούν με τους νόμους, όπως τους ερμηνεύουν “οι ισχυροί“, είναι μεγάλες. Δεν αποδέχονται ότι κάποιοι ασήμαντοι αγρότες δικαιούνται να ξέρουν το νόμο και να αντιδρούν όταν δεν εφαρμόζεται.
Στην ουσία, όλο το μυθιστόρημα φανερώνει τη διάψευση των προσδοκιών των απλών ανθρώπων, τη διάψευση της εφαρμογής του πραγματικού σοσιαλισμού για μια δίκαιη και σωστή ζωή.


Χριστίνα Βουμβουράκη 
Μεγαλειώδες.
Εκείνη η στιγμή, της εξέγερσης στα γραφεία της Κομητείας, που αποκαλύπτεται λίγο πριν το τέλος της ανάγνωσης, ένα γεγονός που εκρήγνυται και διασκορπίζεται σε ολόκληρο το κείμενο, παρασέρνει, αδιακρίτως, τους πάντες και τα πάντα: τον επίμονο αναγνώστη, τους ξυπόλυτους χαρακτήρες, την πλοκή, το σαπισμένο σκόρδο που μυρίζει αφόρητα, τις μπαλάντες του τυφλού αοιδού. Θραύσματα ζωών παντού, τσαλαπατημένα από την αδηφάγα εξουσία της κρατικής μηχανής. Ζωές τίποτα, ακόμα κι αυτές των λιγοστών γενναίων, μα πιο πολύ εκείνο που πονάει και γεννά απελπισία:  ο καταπιεσμένος που καταπιέζει. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου